- χοινικίς
- χοινικίςnavefem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χοινικίς — και σχοινικίς, ίδος, ἡ, Α 1. ο μεταλλικός σωληνίσκος στο κέντρο τής πλήμνης τροχού άμαξας, η χοινίκη 2. ο γύρος τού στεφανιού («ὑπὸ τῶν στεφάνων ταῑς χοινικίσιν κάτωθεν γεγραμμένα», Δημοσθ.) 3. είδος ποδοκάκκης 4. κοίλωμα ή θήκη για τη στρόφιγγα… … Dictionary of Greek
χοινικίδα — χοινικίς nave fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίδας — χοινικίς nave fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίδες — χοινικίς nave fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίδι — χοινικίς nave fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίδος — χοινικίς nave fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίδων — χοινικίς nave fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίσι — χοινικίς nave fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοινικίσιν — χοινικίς nave fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υποχοινικίς — ίδος, ἡ, Α η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η χοινικίς*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + χοινικίς «η σύριγγα τού τροχού»] … Dictionary of Greek